Lookup cumulative lexical entry: اتصل
- ἀκολουθέω
- ἀκολουθέω (verb) Ps.-Arist. Virt.
- ἀκολουθέω (verb) Ps.-Arist. Virt.
- ἅπτω
- ἅπτω (verb) Arist. Metaph.
- ἐπί
- ἐπί (prep.) Eucl. El. ἐπ᾿εὐθείας = ittaṣala ʿalā istiqāmatin
- ἔχω
- ἔχω (pass. part.) Arist. Phys. ἐχόμενον = wa-qad yattaṣilu
ἐχόμενον δὲ τῶν εἰρημένων ἐστὶν ἐπελθεῖν περὶ χρόνου Arist. Phys. IV 10, 217b29 = wa-qad yattaṣilu bi-mā qulnā min ḏālika an naṣifa amra l-zamāni - ἔχω (pass. part.) Arist. Phys. ἐχόμενον = qad yattaṣilu bi-...
- ἔχω (verb) Hippocr. Off. med.
- καταπυκνόω
- καταπυκνόω (verb) Arist. An. post. καταπυκνοῦται καὶ αὔξεται = yattaṣilu wa-yamnī
- κοινός
- κοινός (adj.) Galen An. virt.
- λέγω
- λέγω (verb) Artem. Onirocr.
- παρέπομαι
- παρέπομαι (verb) Ps.-Arist. Virt.
- προσάπτω
- προσάπτω (verb) Hippocr. Aphor.
- προσγίγνομαι
- προσγίγνομαι (verb) Arist. Phys.
- συμφύω
- συμφύω (gerund) Arist. Gener. anim. συμφύεσθαι
- συνάπτω
- συνάπτω (verb) Arist. Cat.
- συνάπτω (verb) Arist. Gener. anim.
- συνάπτω (verb) Proclus El. theol. συνάπτομαι
- συνάπτω (verb) Proclus El. theol.
δῆλον δὴ ὅτι καὶ τὰ μέρη τοῦ σώματος πάντα πρὸς πάντα συνάψει Proclus El. theol. 15: 16.34 = fa-lā maḥālata iḏan anna aǧzāʾa l-ǧirmi kullahā tattaṣilu bi-kulliyyatihā 15.5 - συνάπτω (verb) Proclus El. theol. συνάπτομαι
- σύνειμι
- σύνειμι (act. part.) Proclus El. theol. τὰ συνιόντα = mā ttaṣala
συνιόντα δήπου καὶ κοινωνοῦντα ἀλλήλοις γίνεται ἕν Proclus El. theol. 3: 4.4 = iḏā mā ǧtamaʿat (sc. al-ašyāʾu) wa-ttaṣala baʿḍuhā bi-baʿḍin fa-taqbalu ḥīnaʾiḏin al-wāḥidiyyata 3.3
- συνέχω
- συνέχω (verb) Aelian. Tact.
The database query could not be executed.