Lookup cumulative lexical entry: اساء
- ἁμαρτάνω
- ἁμαρτάνω (verb) Arist. Rhet.
- κακός
- κακός (adj.) Arist. Rhet. κακὰ ἀγγέλλειν = asāʾa l-ẓanna
- κακῶς
- κακῶς (adv.) Arist. Rhet. κακῶς ποιεῖν
- κακῶς (adv.) Arist. Rhet. κακῶς λέγειν = asāʾa l-qawla
- μάταιος
- μάταιος (adj.) Artem. Onirocr.
- ψεύδομαι
- ψεύδομαι (pass. part.) Hippocr. Aer. ψευσάμενοι = asāʾū l-naẓara