Lookup cumulative lexical entry: استفراغ

  1. διαχωρητικός
    • διαχωρητικός (adj. comp.) Hippocr. Diaet. acut. διαχωρητικώτερος = akṯaru istifrāġan
  2. εὔκριτος
    • εὔκριτος (adj. comp.) Hippocr. Diaet. acut. εὐκριτώτερος = aḥsanu istifrāġan
  3. κάθαρσις
    • κάθαρσις (noun) Arist. Metaph.
  4. κένωσις
    • κένωσις (noun) Galen An. virt. αἵματος κένωσις = istifrāġu l-dami
    • κένωσις (noun) Hippocr. Aphor.
    • κένωσις (noun) Hippocr. Nat. hom.
    • κένωσις (noun) Hippocr. Nat. hom.
  5. σύμπτωσις
    • σύμπτωσις (noun) Hippocr. Aphor.
      μηδὲ τὰς συμπτώσιας ἐς τὸ ἔσχατον ἄγειν Hippocr. Aphor. I 3 = lā yabluġu fī stifrāġihī l-ġāyata l-quṣwā 2.9
  6. ὑπερκάθαρσις
    • ὑπερκάθαρσις (noun) Hippocr. Nat. hom. afraṭa l-istifrāġa bi-l-qayʾi wa-l-ishāli
The database query could not be executed.