Glossarium Græco-Arabicum
Lookup cumulative lexical entry:
تضاغط
συνασπίζω
συνασπίζω (
act. part.
)
Aelian. Tact.
συνησπικότες
συνασπισμός
συνασπισμός (
noun
)
Aelian. Tact.
συνέχεια
συνέχεια (
noun
)
Aelian. Tact.
διὰ τὴν συνέχειαν τοῦ στρατοῦ = min taḍāġuṭi l-ʿaskari
The database query could not be executed.