Lookup cumulative lexical entry: جافّ

  1. ἄγριος
    • ἄγριος (adj.) Hippocr. Aer. ǧufāt waḥšiyyūna
  2. αὐαίνω
    • αὐαίνω (verb) Artem. Onirocr. αὑαίνομαι
  3. ξηρός
    • ξηρός (adj. comp.) Hippocr. Diaet. acut. ξηρότερος
  4. φορτικός
    • φορτικός (adj.) Arist. Eth. Nic.
      οἱ μὲν πολλοὶ καὶ φορτικώτατοι Arist. Eth. Nic. I 5, 1095b16 = al-ʿāmmatu minhum wa-l-ǧufātu 121.15
The database query could not be executed.