Glossarium Græco-Arabicum
Lookup cumulative lexical entry:
جسماني
σωματικός
σωματικός (
adj.
)
Ps.-Plut. Placita
σωματικός (
adj.
)
Ps.-Plut. Placita
σωματοειδής
σωματοειδής (
adj.
)
Ps.-Plut. Placita
τὸ σωματοειδές = al-šaklu l-ǧusmāniyyu
The database query could not be executed.