Lookup cumulative lexical entry: جف

  1. ἀναξηραίνω
    • ἀναξηραίνω (gerund) Hippocr. Aer. ἀναξηραίνεσθαι = taǧiffa wa-taybasa
  2. ἀποξηραίνω
    • ἀποξηραίνω (verb) Hippocr. Aer. ἀποξηραίνονται
  3. διαψύχω
    • διαψύχω (verb) Ps.-Plut. Placita διαψύχομαι = ǧaffa wa-barada
      ὅταν διαψυχθῇ τὸ σπέρμα καὶ τὸ τοῦ ἀνδρὸς καὶ τὸ τῆς γυναικός, ἀνόμοια γίνεσθαι τὰ παιδία Ps.-Plut. Placita 423a14 = wa-ḏālika annahū iḏā ǧaffa minā l-raǧuli wa-l-marʾati wa-barada kāna awlāduhum lā yušbihūnahum 68.4
  4. κατάξηρος
    • κατάξηρος (adj.) Diosc. Mat. med. κατάξηρα... γενήται
  5. ξηραίνω
    • ξηραίνω (pass. part.) Arist. Gener. anim.
    • ξηραίνω (verb) Arist. Meteor. ξηραίνομαι
      ξηραίνεται δὲ πάντα ἢ θερμαινόμενα ἢ ψυχόμενα Arist. Meteor. IV 5, 382b16 = wa-l-ašyāʾu l-raṭbatu taǧiffu immā li-bardin wa-immā li-suḫūnatin 1153
    • ξηραίνω (pass. part.) Arist. Meteor. ξηραινόμενος
    • ξηραίνω (pass. part.) Diosc. Mat. med. ξηραινόμενον = iḏā ǧaffat
    • ξηραίνω (verb) Diosc. Mat. med.
    • ξηραίνω (pass. part.) Galen An. virt. ξηραινόμενος
      καὶ πήγνυται οὐχ ὑπὸ θερμοῦ ἀλλʼ ὑπὸ ψυχροῦ ξηραινόμενον Galen An. virt. 54.3 = wa-ǧamada lā li-annahū yaǧiffu bi-l-ḥarārati bal li-annahū yaǧiffu bi-l-burūdati 25.23-24
    • ξηραίνω (verb) Ps.-Plut. Placita ξηραίνομαι = ǧaffa wa-baṭala
      ἀμοιροῦντα δὲ ξηραίνεται (sc. τὰ φυτά) Ps.-Plut. Placita 276a19 = in ʿudimati l-ruṭūbatu ǧaffa wa-baṭala (sc. al-nabātu) 3.20*
    • ξηραινω Them. In De an.
    • ξηραινω Them. In De an.
  6. ξηρασία
    • ξηρασία (noun) Diosc. Mat. med.
  7. ξηρός
    • ξηρός (adj.) Arist. Meteor.
      διὸ ὑγρὰ πρῶτον, εἶτα ξηρὰ τέλος γίγνεται τὰ σηπόμενα Arist. Meteor. IV 1, 379a9 = wa-l-akwānu l-fāsidatu takūnu awwalan raṭbatan ṯumma taǧiffu aḫīran 1090
    • ξηρός (adj.) Arist. Meteor.
The database query could not be executed.