Lookup cumulative lexical entry: جليد

  1. κρυσταλλοειδής
    • κρυσταλλοειδής (adj.) Ps.-Plut. Placita κρυσταλλοειδῶς = ḥattā ṣāra ka-l-ǧalīdu
  2. κρύσταλλος
    • κρύσταλλος (noun) Arist. An. post. κρύσταλλος - ὕδωρ πεπηγός - τὸ πεπηγέναι = al-ǧālidu - māʾun ǧāmidun - maʿnā l-ǧumūdi
    • κρύσταλλος (adj.) Hippocr. Aer.
    • κρύσταλλος (adj.) Hippocr. Aer.
    • κρύσταλλος (adj.) Hippocr. Aer.
  3. παγετός
    • παγετός (noun) Hippocr. Aer.
  4. πάχνη
    • πάχνη (noun) Arist. Gener. anim. li-l-ǧalīdi
    • πάχνη (noun) Arist. Meteor.
The database query could not be executed.