Lookup cumulative lexical entry: حرب

  1. ἀνδρεῖος
    • ἀνδρεῖος (adj.) Galen An. virt. τὸ ἀνδρεῖον = al-ḥurūbu wa-l-naǧdatu
    • ἀνδρεῖος (adj.) Galen An. virt. τὸ ἀνδρεῖον = aḫlāqu l-naǧdati wa-l-ḥurūbi
  2. διαφεύγω
    • διαφεύγω Artem. Onirocr. man arāda l-ḥarba
  3. ἔφοδος
    • ἔφοδος (noun) Artem. Onirocr.
  4. κίνδυνος
    • κίνδυνος (noun) Ps.-Arist. Div.
  5. μάχη
    • μάχη (noun) Arist. Eth. Nic.
      ἵνα μάχαι καὶ φόνοι γίνοιντο Arist. Eth. Nic. X 7, 1177b11 = ḥattā takūna ḥurūbun wa-qatlun 559.15
    • μάχη (noun) Artem. Onirocr.
  6. μάχομαι
    • μάχομαι (verb) Arist. Rhet. amplif.; afnā bi-l-ḥarbi
  7. μονομαχία
    • μονομαχία (noun) Artem. Onirocr.
  8. ναυμαχία
    • ναυμαχία (noun) Arist. Rhet. sem. etym.; ḥarbu l-sufuni
  9. πολεμέω
    • πολεμέω (gerund) Arist. An. post. πολεμεῖσθαι = fī ḥurūbi
  10. πολεμικός
    • πολεμικός (adj.) Aelian. Tact.
    • πολεμικός (adj.) Arist. Eth. Nic. τὰ πολεμικά = [al-ašyāʾu] llatī tunsabu ilā l-ḥarbi
    • πολεμικός (adj.) Arist. Rhet. οἱ πόνοι πολεμικοί = al-ʿamalu fī l-ḥarbi
    • πολεμικός (adj.) Ps.-Arist. Div. ṣināʿatu l-muttaṣilati (bi-l-ḥarbi ?)
  11. πολέμιος
    • πολέμιος (noun) Artem. Onirocr.
    • πολέμιος (noun) Artem. Onirocr. aʿdāʾun wa-ḥurūbun
    • πολέμιος (adj.) Galen An. virt. τὰ πολέμια ἀμείνονας = yaṣlaḥūna li-l-ḥurūbi akṯaru
    • πολέμιος (adj.) Hippocr. Aer. τὰ πολέμια = al-ḥarbu wa-l-qitālu
    • πολεμιος Them. In De an.
  12. πολεμιστήριος
    • πολεμιστήριος (adj.) Artem. Onirocr.
  13. πόλεμος
    • πόλεμος (adj.) Arist. Eth. Nic. παρασκευάζει πόλεμον = kāna ʿillata tahyiʾati ḥarbin
      οὐδεὶς γὰρ αἱρεῖται τὸ πολεμεῖν τοῦ πολεμεῖν ἕνεκα, οὐδὲ παρασκευάζει πόλεμον Arist. Eth. Nic. X 7, 1177b10 = fa-innahū lā yaḫtāru aḥadun an yuḥāriba li-yuḥāriba wa-lā yakūnu ʿillata tahyiʾati ḥarbin 559.14
    • πόλεμος (noun) Arist. Rhet.
    • πόλεμος (noun) Arist. Rhet.
    • πόλεμος (noun) Arist. Rhet.
    • πόλεμος (noun) Arist. Rhet.
    • πόλεμος (noun) Artem. Onirocr.
    • πόλεμος (noun) Artem. Onirocr.
    • πόλεμος (noun) Artem. Onirocr.
    • πόλεμος (noun) Artem. Onirocr.
    • πόλεμος (noun) Artem. Onirocr.
    • πόλεμος (noun) Artem. Onirocr.
    • πόλεμος (noun) Artem. Onirocr.
    • πόλεμος (noun) Artem. Onirocr.
    • πόλεμος (noun) Artem. Onirocr.
  14. στρατηγία
    • στρατηγία (noun) Ps.-Arist. Div. ἀπὸ στρατηγίας = ka-siyāsati l-ḥurūbi
  15. στρατηγικός
    • στρατηγικός (adj.) Arist. Eth. Nic. ἡ στρατηγική (sc. τέχνη) = tadbīru l-ḥarbi
    • στρατηγικός (adj.) Arist. Eth. Nic. ἡ στρατηγική (sc. τέχνη) = ṣināʿatu l-ḥarbi
    • στρατηγικός (adj.) Arist. Eth. Nic. ἡ στρατηγική (sc. τέχνη) = tadbīru l-ḥarbi
  16. τακτικός
    • τακτικός (adj.) Aelian. Tact. ἐν τῇ τακτικῇ = ilā maʿrifati taʿriyati l-ḥurūbi
    • τακτικός (adj.) Aelian. Tact. τῶν τακτικὰ γραψάντων = man waḍaʿa šayʾan fī taʿbiyati l-ḥurūbi
The database query could not be executed.