Lookup cumulative lexical entry: حساب

  1. ἀριθμητικός
    • ἀριθμητικός (noun) Arist. Rhet. ἡ ἀριθμητική
    • ἀριθμητικός (adj.) Galen An. virt. ἡ ἀριθμητική
    • αριθμητικος Them. In De an.
  2. ἀστρολογία
    • ἀστρολογία (noun) Arist. Metaph. ḥisābu l-nuǧūmi
  3. ἰσόψηφος
    • ἰσόψηφος (adj.) Artem. Onirocr. muštaqqun min al-ḥisābi
  4. λέγω
    • λέγω (verb) Artem. Onirocr. yaḫruǧu bi-l-ḥisābi
  5. λογισμός
    • λογισμός (noun) Arist. An. post. αἱδὶ δὲ λογισμῶν = wa-hāḏihi li-l-ḥisābi
  6. συλλογισμός
    • συλλογισμός (noun) Nicom. Arithm. fī ḥisābihā
  7. ψῆφος
    • ψῆφος (noun) Artem. Onirocr. al-ḥurūfu mina l-ḥisābi
The database query could not be executed.