Lookup cumulative lexical entry: حساس

  1. αισθητικην
    • αισθητικην Aelian. Tact.
  2. αἰσθητικός
    • αἰσθητικός (adj.) Alex. An. mant. [Vis.]
    • αἰσθητικός (adj.) Alex. qu. I 11a [Univ.]
    • αἰσθητικός (adj.) Porph. Isag.
    • αἰσθητικός (adj.) Porph. Isag.
    • αἰσθητικός (adj.) Porph. Isag.
    • αἰσθητικός (adj.) Ps.-Plut. Placita
    • αἰσθητικός (adj.) Ps.-Plut. Placita
  3. αἰσθητός
    • αἰσθητός (gerundive) Ps.-Plut. Placita
The database query could not be executed.