Lookup cumulative lexical entry: حسّى

  1. αἰσθητικός
    • αἰσθητικός (adj.) Ps.-Plut. Placita
    • αἰσθητικός (adj.) Ps.-Plut. Placita
    • αισθητικος Them. In De an.
    • αισθητικος Them. In De an.
The database query could not be executed.