Lookup cumulative lexical entry: خريفيّ
- μετοπωρινός
- μετοπωρινός (adj.) Arist. Meteor.
- μετοπωρινός (adj.) Hippocr. Aer.
- μετοπωρινός (noun) Ptol. Hypoth. τῶν ἰσημερινῶν... τὸ... μετοπωρινόν = nuqṭatu l-iʿtidāli l-ḫarīfī
- φθινοπωρινός
- φθινοπωρινός (adj.) Hippocr. Aphor. οἱ τεταρταῖοι ... φθινοπωρινοί = al-ribʿu ... al-ḫarīfiyyatu
- φθινοπωρινός (adj.) Hippocr. Humor.