Lookup cumulative lexical entry: خطر
- κινδυνευτικός
- κινδυνευτικός (adj.) Arist. Rhet. hend.; ilā ḫawfin aw ḫaṭarin šadīdin
- κίνδυνος
- κίνδυνος (noun) Arist. Rhet. hend.; al-ḫaṭaru aw al-hawlu
- κίνδυνος (noun) Arist. Rhet. hend.; al-ḫawfu awi l-ḫaṭaru
- κίνδυνος (noun) Hippocr. Diaet. acut.
- κίνδυνος (noun) Hippocr. Humor.
- μέγεθος
- μέγεθος (noun) Arist. Rhet.
- μιμνῄσκω
- μιμνῄσκω (verb) Galen An. virt. μεμνήσομαι = yanbaġī an yaḫṭura bi-bālī
- σφαλερός
- σφαλερός (adj.) Hippocr. Aphor. ἡ δὲ πεῖρα σφαλερή = wa-l-taǧribatu ḫatirun
ὁ βίος βραχύς, ἡ δὲ τέχνη μακρή, ὁ δὲ καιρὸς ὀξύς, ἡ δὲ πεῖρα σφαλερή, ἡ δὲ κρίσις χαλεπή. Hippocr. Aphor. I 1 = al-ʿumru qaṣīrun wa-l-ṣināʿatu ṭawīlatun wa-l-waqtu ḍayyiqun wa-l-taǧribatu ḫatirun wa-l-qaḍāʾu ʿasirun 1.4 - σφαλερός (adj.) Hippocr. Aphor. aʿẓamu ḫaṭaran
- σφαλερός (adj.) Hippocr. Aphor.
- ὑπολαμβάνω
- ὑπολαμβάνω (gerund) Arist. Int. ὑπολαμβάνεῖν = yaḫtura bi-bālihi
- ὑπολαμβάνω (pass. part.) Arist. Phys. διὰ τῶν ὑπολαμβανομένων = min qibali mā yaḫṭiru bi-l-bāli minhimā
καὶ γὰρ παραπλησίαν ἔχει τήν τε ἀπιστίαν καὶ τὴν πίστιν διὰ τῶν ὑπολαμβανομένων Arist. Phys. IV 6, 213a15 = wa-baynahumā taqārubun fī bābi ǧaḥdihimā wa-l-taṣdīqi bihimā min qibali mā yaḫṭiru bi-l-bāli minhimā
- ὑποπτεύω
- ὑποπτεύω (verb) Arist. Phys. ἂν ὑποπτεύσειεν = qad yaḫṭiru bi-l-bāli
The database query could not be executed.