Lookup cumulative lexical entry: دخن

  1. ἔλυμος
    • ἔλυμος (noun) Artem. Onirocr.
  2. θυμίαμα
    • θυμίαμα (noun) Diosc. Mat. med.
  3. θυμιάω
    • θυμιάω (verb) Diosc. Mat. med.
    • θυμιάω (verb) Hippocr. Superf.
  4. θυμιητός
    • θυμιητός (adj.) Hippocr. Superf. θυμιητῶν... φαρμάκων
  5. κέγχρος
    • κέγχρος (noun) Arist. Hist. anim.
    • κέγχρος (noun) Artem. Onirocr.
  6. ὑποκαπνίζω
    • ὑποκαπνίζω (verb) Hippocr. Superf.
  7. φαρμάκων
    • φαρμάκων (act. part.) Hippocr. Superf. θυμιητῶν... φαρμάκων
The database query could not be executed.