Glossarium Græco-Arabicum
Lookup cumulative lexical entry:
ديالقطيقيّ
διαλεκτικός
διαλεκτικός (
adj.
)
Arist. Rhet.
διαλεκτικός (
adj.
)
Arist. Rhet.
διαλεκτικός (
adj.
)
Arist. Rhet.
The database query could not be executed.