Lookup cumulative lexical entry: رجع
- ἀναβαίνω
- ἀναβαίνω (verb) Artem. Onirocr.
- ἀναβαίνω (verb) Hippocr. Genit.; Nat. puer. ἀναβήσομαι
- ἀναβαίνω (verb) Hippocr. Genit.; Nat. puer. ἀναβήσομαι
- ἀνάγω
- ἀνάγω (verb) Arist. Phys. ἀνάγεται = an tarudda ... mā narǧaʿu ilayhi
- ἀνάγω (gerund) Arist. Phys. ἀνάγεσθαι = iḏā ruddat raǧaʿat
- ἀνάγω (gerund) Arist. Phys. ἀνάγεσθαι = an tarǧaʿa
- ἀνάγω (verb) Arist. Phys. ἀνάγεται
- ἀνακάμπτω
- ἀνακάμπτω (verb) Arist. Cael.
- ἀνακάμπτω (act. part.) Arist. Phys. yaʿṭifu fa-yarǧiʿu
ἐπὶ δὲ τοῦ ἀνακάμπτοντος ἀνάγκη λέγειν οὕτως Arist. Phys. VIII 8, 262b22 = wa-amma fī llaḏī yaʿṭifu fa-yarǧiʿu fa-qad yaǧibu an yuqāla ḏālika - ἀνακομιδή
- ἀνακομιδή (noun) Artem. Onirocr.
- ἀνακομιδή (noun) Artem. Onirocr.
- ἀνακομίζω
- ἀνακομίζω (verb) Artem. Onirocr. ἀνακομίζομαι
- ἀνακομίζω (verb) Artem. Onirocr. ἀνακομίζομαι = yarǧiʿūna min ġurbatihim
- ἀνακομίζω (verb) Artem. Onirocr. ἀνακομίζομαι = yarǧiʿu min safarihi
- ἀναλαμβάνω
- ἀναλαμβάνω (verb) Arist. Cael.
- ἀναλαμβάνω (act. part.) Arist. Rhet.
- ἀναμάχομαι
- ἀναμάχομαι (verb) Arist. Rhet. sem. etym.; raǧaʿa fa-qātala
- ἀναποδόω
- ἀναποδόω (verb) Ps.-Plut. Placita
- ἀναστρέφω
- ἀναστρέφω (gerund) Nicom. Arithm. ἀναστρέφειν τὸν λόγον = yarǧiʿu hāḏā l-ḥaddu
- ἀνάτασις
- ἀνάτασις (noun) Proclus El. theol. ἀνάτασις εἰς c. acc. = raǧaʿa ilā
(sc. φανερὸν εἶναι) ταῖς ἑνάσι τὴν εἰς τὸ ἓν ἀνάτασιν Proclus El. theol. 21: 24.30 = anna l-ašyāʾa l-waḥīdata tarǧaʿu ilā l-wāḥidi 21.26 - ἀναφέρω
- ἀναφέρω (verb) Galen In De off. med.
- ἀνελίσσω
- ἀνελίσσω (verb) Arist. Gener. anim.
- ἀντανακλάω
- ἀντανακλάω (verb) Ps.-Plut. Placita ἀντανακλάομαι
- ἀνταποδείκνυμι
- ἀνταποδείκνυμι (verb) Arist. Rhet. sem. etym.; raǧaʿa fa-aṯbata
- ἀντιστρέφω
- ἀντιστρέφω (verb) Arist. An. post. ...τὰ μέσα μὴ ἀντιστρέφει = allatī lā yarǧaʿu l-awsatu bi-l-tasāwī
- ἀντιστρέφω (act. part.) Arist. An. post. ἀντιστρέφοντα...ὑπερτείνοντα = tanʿkisu fa-tarǧaʿu,...tuʿinu wa-tamtaddu
- ἀντιστρέφω (verb) Arist. An. post. τὸ ἀντιστρέφειν...ὄτι ἀντιστρέφει = al-ʿaksu bi-l-tasāwā...qad tarǧaʿu bi-l-tasāwī
- ἀντιστρέφω (verb) Arist. Cat. yarǧiʿu bi-l-takāfuʾi
- ἀντιστρέφω (act. part.) Arist. Cat. πρὸς ἀντιστρέφοντα λέγεται = tarǧiʿu baʿḍuhā ʿalā baʿḍin bi-l-takāfuʾi
- ἀντιστρέφω (act. part.) Arist. Cat. πρὸς ἀντιστρέφοντα λέγεται = yarǧiʿu ʿalā ṣāḥibihī fī l-qawli bi-l-takāfuʾi
τὰ πρός τι πάντα πρὸς ἀντιστρέφοντα λέγεται Arist. Cat. 12b22 = fa-kullu wāḥid minhumā yarǧiʿu ʿalā ṣāḥibihī fī l-qawli bi-l-takāfuʾi BN 174a11 - ἀντιστρέφω (gerund) Nicom. Arithm. δυνατὸν...ἀντιστρέφειν = allaḏī ʿalayhi yarǧaʿu...munʿakisan
- ἀντιστροφή
- ἀντιστροφή (noun) Nicom. Arithm. ἐξ ἀντιστροφῆς γ = raǧaʿa ilā ḍādin ǧ
- ἀντιστροφή (noun) Nicom. Arithm. ἐξ ἀντιστροφῆς = raǧaʿa ilā
- ἀντίστροφος
- ἀντίστροφος (noun) Arist. Rhet.
- ἀντισυλλογίζομαι
- ἀντισυλλογίζομαι (verb) Arist. Rhet. sem. etym.; raǧaʿa fa-salǧasa
- διατρίβω
- διατρίβω (verb) Artem. Onirocr. wa-raǧaʿa fa-ṣāra
- ἐμπίπτω
- ἐμπίπτω (verb) Arist. Phys.
καὶ πῶς εἰς τὰ διωρισμένα αἴτια ἐμπίπτουσιν Arist. Phys. II 4, 196b9 = wa-kayfa yarǧiʿāni ilā l-asbābi llatī mayyaznāhā - ἐπανάγω
- ἐπανάγω (verb) Artem. Onirocr. tadullu ʿalā...annahu yarǧiʿu
- ἐπανάγω (verb) Artem. Onirocr. dallat...ʿalā annahu yarǧiʿu
- ἐπανήκω
- ἐπανήκω (verb) Artem. Onirocr.
- ἐπιστρεπτικός
- ἐπιστρεπτικός (adj.) Proclus El. theol. τὸ πρὸς ἑαυτὸ ἐπιστρεπτικόν = mā raǧaʿa ilā ḏātihī
πᾶν τὸ πρὸς ἑαυτὸ ἐπιστρεπτικὸν ἀσώματόν ἐστιν Proclus El. theol. 15: 16.30 = inna kulla mā raǧaʿa ilā ḏātihī fa-huwa rūḥāniyyun lā ǧirmiyyun 15.1 - ἐπιστρεπτικός (adj.) Proclus El. theol. τὸ πρὸς ἑαυτὸ ἐπιστρεπτικόν = mā raǧaʿa ilā ḏātihī
- ἐπιστρεπτικός (adj.) Proclus El. theol. τι πρὸς ἑαυτὸ ἐπιστρεπτικόν ἐστιν = mā amkana an yarǧaʿa ilā ḏātihī
εἴ τι ἄρα πρὸς ἑαυτὸ ἐπιστρεπτικόν ἐστιν, ἀσώματόν ἐστι καὶ ἀμερές Proclus El. theol. 15: 18.6 = inna kulla mā amkana an yarǧaʿa ilā ḏātihī fa-huwa rūḥāniyyun lā ǧirmiyyun wa-lā yaqbalu l-qismata wa-lā taǧziʾata 15.11 - ἐπιστρέφω
- ἐπιστρεφω (verb) Plot. ἐπιστραϕεῖσα = رجعت
ἐπιστραϕεῖσα δὲ πρὸς νόησιν λύεσθαί τε ἐκ τῶν δεσμῶν καὶ ἀναβαίνειν IV 8, 4.29 = ورجعت إلى ذاتها أطلقت من وثاقها وحل عنها رباطها وصعدت إلى عالمها 110.6 - ἐπιστρέφω (act. part.) Proclus El. theol. τὸ (sc. πρὸς ἑαυτὸ) ἐπιστρέφον = mā raǧaʿa ilā ḏātihī
- ἐπιστρέφω (verb) Proclus El. theol. πρὸς ἑαυτὸ ἐπιστρέφειν = raǧaʿa ilā ḏātihī
- ἐπιστρέφω (verb) Proclus El. theol. πρὸς ἑαυτὸ ἐπιστρέφειν = raǧaʿa ilā ḏātihī
οὐδὲν ἄρα σῶμα πρὸς ἑαυτὸ πέφυκεν ἐπιστρέφειν, ὡς ὅλον ἐπεστράφθαι πρὸς ὅλον Proclus El. theol. 15: 18.4 = lā yumkinu iḏan li-ǧirmi mina l-aǧrāmi an yarǧiʿa ilā ḏātihī ka-ruǧūʿi l-kulli ilā l-kulli 15.10 - ἐπιστρέφω (verb) Proclus El. theol. ἐπιστρέφει πρὸς ἑαυτό = raǧaʿa ilā ḏātihī
- ἐπιστρέφω (verb) Proclus El. theol. ἐπιστρέφω πρός c. acc. = raǧaʿa ilā
- ἐπιστρέφω (verb) Proclus El. theol. ἐπιστρέφω εἰς = raǧaʿa ilā
καὶ νόων πλῆθος ἐξ ἑνὸς νοῦ προελθὸν καὶ εἰς ἐκείνην (sc. τὴν μονάδα) ἐπιστρέφον Proclus El. theol. 21: 24.29 = inna l-ʿuqūla l-kaṯīrata innamā tanbaṯṯa min ʿaqlin wāḥidin wa-ilayhi tarǧiʿu ayḍan 21.24 - ἔρχομαι
- ἔρχομαι (verb) Hippocr. Genit.; Nat. puer. ἐλεύσομαι
- ἔρχομαι (verb) Nicom. Arithm.
- καθίστημι
- καθίστημι (verb) Hippocr. Aer. καθίσταται
- καταδύω
- καταδύω (verb) Artem. Onirocr. καταδύομαι = raǧaʿat ilā makānihā
- καταστρέφω
- καταστρέφω (verb) Artem. Onirocr. καταστρέφομαι
- καταστρέφω (verb) Nicom. Arithm. tarǧaʿu ruǧūʿan
- λαμβάνω
- λαμβάνω (verb) Galen An. virt.
- λέγω
- λέγω (verb) Arist. Cat. πρὸς ἀντιστρέφοντα λέγεται = tarǧiʿu bi-l-takāfuʾi baʿḍihā ʿalā baʿḍin fī l-qawli
πάντα δὲ τὰ πρός τι πρὸς ἀντιστρέφοντα λέγεται Arist. Cat. 6b28 = wa-l-muḍāfātu kulluhā tarǧiʿu bi-l-takāfuʾi baʿḍihā ʿalā baʿḍin fī l-qawli BN 167a3 - λόγος
- λόγος (noun) Nicom. Arithm. yarǧiʿu hāḏā l-ḥaddu munʿakasan
- μέμφομαι
- μέμφομαι (verb) Artem. Onirocr. yarǧiʿa bi-l-lawni ʿalā
- μεταβάλλω
- μεταβάλλω (verb) Artem. Onirocr. raǧaʿa ilā...wa-ṣāra ilā
- μεταμέλομαι
- μεταμέλομαι (verb) Arist. Rhet. hend.; raǧaʿa aw inqalaba
- μετανίστημι
- μετανίστημι (gerund) Artem. Onirocr. μεταναστῆναι = raǧaʿa ilā...wa-ṣāfara fa-ġāba ʿanhu
- μετέρχομαι
- μετέρχομαι (verb) Alex. qu. III 3 [Sens.]
- πάλιν
- πάλιν (adv.) Ps.-Plut. Placita
- παραγίγνομαι
- παραγίγνομαι (verb) Hyps. Anaph.
- πορεύω
- πορεύω (verb) Artem. Onirocr. πορεύομαι
- στρέφω
- στρέφω (act. part.) Arist. Phys. στραφέν
- συνέρχομαι
- συνέρχομαι (gerund) Artem. Onirocr. συνελθεῖν = sa-yarǧiʿu min safarihi
- σωφρονέω
- σωφρονέω (act. part.) Galen An. virt. ὥστε σωφρονήσαντες = fa-la-yarǧiʿū ilā ʿuqūlihim
- τρεπτέος
- τρεπτέος (gerundive) Nicom. Arithm. yaǧibu an narǧaʿa
- ὑποστρέφω
- ὑποστρέφω (verb) Artem. Onirocr. fa-raǧaʿa ilā ḫalfahu
- ὑποστρέφω (verb) Artem. Onirocr.
- ὑποστρέφω (verb) Ps.-Plut. Placita
- ὑποστρέφω (verb) Ps.-Plut. Placita
- ὑποστροφή
- ὑποστροφή (noun) Ps.-Plut. Placita