Lookup cumulative lexical entry: صعْب

  1. ἀγριαίνω
    • ἀγριαίνω (verb) Artem. Onirocr.
  2. ἀμυδρός
    • ἀμυδρός (adj.) Arist. Phys. ἀμυδρῶς
  3. ἀφυής
    • ἀφυής (adj. comp.) Arist. Eth. Nic. οἱ ἀφυέστεροι = man kāna ṣaʿba l-ṭabīʿati
  4. βαρύς
    • βαρύς (adv.) Hippocr. Diaet. acut. βάρεως
  5. δυσκαθεκτος
    • δυσκαθεκτος Them. In De an.
  6. δύσκολος
    • δύσκολος (adj.) Arist. Metaph. ʿasirun ṣaʿbun
  7. δυσόρατος
    • δυσόρατος (adj.) Alex. An. mant. [Vis.] (šayʾun) ṣaʿuba idrākuhū
  8. δύσφορος
    • δύσφορος (adj.) Hippocr. Aphor. δύσφορος τινί = ṣaʿuba ʿalayhi maraḍuhū
      ὁκόσοισι κρίσις γίνεται, τούτοισιν ἡ νὺξ δύσφορος Hippocr. Aphor. II 13 = man yaʾtīhi l-buḥrānu qad yaṣʿubu ʿalayhi maraḍuhū fī l-laylati 11.12
  9. δυσχεραίνω
    • δυσχεραίνω (act. part.) Galen An. virt. οἱ δυσχεραίνοντες = ulāʾika llaḏīna yaṣʿubu alayhim yanfurūna
  10. δυσχέρεια
    • δυσχέρεια (noun) Arist. Metaph. al-masāʾilu l-ṣaʿbatu
  11. δυσχερής
    • δυσχερής (adj.) Arist. Eth. Nic.
  12. ἐμπόδιος
    • ἐμπόδιος (adj.) Artem. Onirocr.
  13. μᾶλλον
    • μᾶλλον (adv.) Galen An. virt.
  14. μέγας
    • μέγας (adj.) Artem. Onirocr.
  15. προσάντης
    • προσάντης (adj.) Arist. Eth. Nic. mā ṣaʿuba
      καίπερ προσάντους τῆς τοιαύτης ζητήσεως γινομένης Arist. Eth. Nic. I 6, 1096a12 = wa-in kāna l-baḥṯu ʿan ḏālika mimmā yaṣʿubu ʿalaynā 125.2
  16. ῥᾴδιος
    • ῥᾴδιος (adj.) Arist. Phys. μὴ ῥᾴδιον εἶναι διορίσαι = annahu yaṣʿubu taḥdīduhā
  17. σφοδρός
    • σφοδρός (adj.) Galen An. virt. σφοδρῶς
    • σφοδρός (adj.) Galen An. virt. πυρετός ... σφοδρός = al-ḥummā l-ṣaʿbatu l-mufriṭatu
  18. χαλεπός
    • χαλεπός (adj.) Arist. An. post. wa-qad yaṣʿabu...
    • χαλεπός (adj.) Arist. An. post. χαλεπόν = min al-amri l-ṣaʿbi...
    • χαλεπός (adj.) Arist. Cat. χαλεπόν
    • χαλεπός (adj.) Arist. Cat. ἢ τῶν πάνυ χαλεπῶν = immā mimmā yaṣʿubu ǧiddan
    • χαλεπός (adj.) Arist. Metaph.
    • χαλεπός (adj.) Arist. Phys. οὐ χαλεπόν = laysa yaṣʿubu
      οὐ γὰρ χαλεπὸν ἀνελεῖν τὰς ἀτόμους γραμμάς Arist. Phys. III 6, 206a17 = fa-innahū laysa yaṣʿubu ibṭālu l-ḫuṭūṭi llatī lā tanqasimu 250.15
    • χαλεπός (adj.) Arist. Phys. λύειν οὐ χαλεπόν = wa-ḥallu ḏālika laysa bi-ṣaʿbin
    • χαλεπός (adj.) Arist. Rhet. ṣaʿbatun wa-ʿurratun
    • χαλεπός (adj.) Arist. Rhet. τὸ χαλεπόν = al-ṣaʿbu
    • χαλεπός (adj.) Arist. Rhet. χαλεπόν
    • χαλεπός (adj.) Arist. Rhet. χαλεπόν
    • χαλεπός (adj.) Arist. Rhet. χαλεπόν
    • χαλεπός (adj.) Nicom. Arithm.
The database query could not be executed.