Glossarium Græco-Arabicum
Lookup cumulative lexical entry:
طاهر
καθαρός
καθαρός (
adj.
)
Artem. Onirocr.
καθαρος
Them. In De an.
ὁσιότης
ὁσιότης (
noun
)
Ps.-Arist. Virt.
σεμνός
σεμνός (
adj.
)
Artem. Onirocr.
The database query could not be executed.