Lookup cumulative lexical entry: ظاهرة

  1. ἐπίσημος
    • ἐπίσημος (adj.) Artem. Onirocr.
  2. θεωρηματικός
    • θεωρηματικός (adj.) Artem. Onirocr.
    • θεωρηματικός (adj.) Artem. Onirocr.
  3. πρόδηλος
    • πρόδηλος (adj.) Artem. Onirocr.
  4. φαίνω
    • φαίνω (verb) Arist. Metaph. φαινόμενον
    • φαίνω (verb) Arist. Metaph. φαινόμενον
  5. φανερός
    • φανερός (adj. sup.) Artem. Onirocr. φανερώτατος
    • φανερός (adj.) Artem. Onirocr.
The database query could not be executed.