Lookup cumulative lexical entry: عمود
- ἐφίστημι
- ἐφίστημι (act. part.) Eucl. El. ἡ εφεστηκυῖα εὐθεῖα
- κάθετος
- κάθετος (adj.) Eucl. El. κάθετον = yakūnu ʿamūdan
- κάθετος (adj.) Eucl. El.
- κάθτος
- κάθτος (noun) Eucl. El. yakūnu ʿamūdan
- ὀρθός
- ὀρθός (adj.) Eucl. El. ὀρθάς
- ὀρθός (adj.) Eucl. El. πρὸς ὀρθὰς ἡ AD
- ῥάβδος
- ῥάβδος (noun) Arist. Meteor.