Lookup cumulative lexical entry: عنق

  1. ἀναύχην
    • ἀναύχην (noun) Arist. Gener. anim. bi-ġayri ʿunqin
  2. κεφαλή
    • κεφαλή (noun) Artem. Onirocr. ʿunuquhu
  3. κύστις
    • κύστις (noun) Hippocr. Aer. στόμαχος τῆς κύστιος
  4. στόμαχος
    • στόμαχος (noun) Hippocr. Aer.
    • στόμαχος (noun) Hippocr. Aer. στόμαχος τῆς κύστιος
  5. τραχηλοκοπέω
    • τραχηλοκοπέω (verb) Artem. Onirocr. τραχηλοκοπέομαι = ʿunquhu...ḍuribat
    • τραχηλοκοπέω (verb) Artem. Onirocr. τραχηλοκοπέομαι = ʿunqahu ḍuribat
  6. τράχηλος
    • τράχηλος (noun) Artem. Onirocr.
    • τράχηλος (noun) Artem. Onirocr. wa-l-ʿunuqu
    • τράχηλος (noun) Artem. Onirocr.
    • τράχηλος (noun) Galen In De off. med.
    • τράχηλος (noun) Galen In De off. med.
    • τράχηλος (noun) Ps.-Plut. Placita
The database query could not be executed.