Lookup cumulative lexical entry: فطس

  1. γρυπός
    • γρυπός (adj.) Arist. Cael. τὸ γρυπόν
  2. γρυπότης
    • γρυπότης (noun) Arist. Cael.
    • γρυπότης (noun) Arist. Cael.
  3. σιμός
    • σιμός (adj.) Arist. Phys.
      ἐν δὲ τῷ σιμῷ ὑπάρχει ὁ λόγος ὁ τῆς ῥινός Arist. Phys. I 3, 186b22 = wa-ammā l-faṭasatu fa-inna qawla l-anfi dāḫilun fīhā
The database query could not be executed.