Glossarium Græco-Arabicum
Lookup cumulative lexical entry:
مداد
γραφικός
γραφικός (
adj.
)
Diosc. Mat. med.
μέλας γραφικός
μέλας
μέλας (
noun
)
Diosc. Mat. med.
μέλας γραφικός
νεωλκός
νεωλκός (
adj.
)
Arist. Phys.
οἱ νεωλκοί = al-maddādūna li-l-safīnati
The database query could not be executed.