Lookup cumulative lexical entry: مدبر

  1. ἀπρονόητος
    • ἀπρονόητος (adj.) Ps.-Plut. Placita ġayru mudabbarin
  2. ἀριστοκρατικός
    • ἀριστοκρατικός (adj.) Ps.-Arist. Div. allatī min šaʾnin al-mudabbiru lahā an yaḫtāruhu afāḍilu l-madīnati
  3. διατάττω
    • διατάττω (pass. part.) Ps.-Plut. Placita διαταξάμενος
  4. διοικέω
    • διοικέω (pass. part.) Ps.-Plut. Placita διοικούμενος
    • διοικέω (pass. part.) Ps.-Plut. Placita διοικούμενος
    • διοικέω (pass. part.) Ps.-Plut. Placita διοικούμενος
    • διοικέω (pass. part.) Ps.-Plut. Placita διοικούμενος
    • διοικέω (gerund) Ps.-Plut. Placita διοικεῖσθαι
  5. διοίκησις
    • διοίκησις (noun) Artem. Onirocr.
  6. διοικητικός
    • διοικητικός (adj.) Ps.-Plut. Placita
  7. ἐπιμελητικός
    • ἐπιμελητικός (adj.) Arist. Gener. anim. αἴσθησιν ἐπιμελητικήν = ḥassun mudabbirun
  8. ἐπιστρέφω
    • ἐπιστρέφω (pass. part.) Ps.-Plut. Placita ἐπιστρεφόμενος
  9. ἡγεμονικός
    • ἡγεμονικός (adj.) Ps.-Plut. Placita τὸ ἡγεμονικόν = al-ǧuzʾu l-mudabbiru
    • ἡγεμονικός (adj.) Ps.-Plut. Placita τὸ ἡγεμονικόν = al-ǧuzʾu l-mudabbiru
  10. ἡγεμών
    • ἡγεμών (act. part.) Arist. Gener. anim.
  11. κυβερνάω
    • κυβερνάω (act. part.) Galen An. virt. κυβερνᾶν ναῦς ... ἄνδρες = mudabbirī l-sufuni
  12. κυβερνήτης
    • κυβερνήτης (noun) Arist. Metaph.
    • κυβερνήτης (noun) Artem. Onirocr. mudabbirū l-sufuni
    • κυβερνήτης (noun) Artem. Onirocr. wa-mudabbiru l-safīnati
    • κυβερνήτης (noun) Artem. Onirocr. mudabbiru l-safīnati
    • κυβερνήτης (noun) Artem. Onirocr. mudabbiru l-safīnati
    • κυβερνήτης (act. part.) Galen An. virt. κυβερνήτης (sc. τῆς νεώς) = mudabbirī l-sufuni
  13. οἰκονόμος
    • οἰκονόμος (noun) Arist. Gener. anim. mudabbirun wa qayyimun
    • οἰκονόμος (noun) Arist. Rhet.
  14. παιδαγωγός
    • παιδαγωγός (noun) Artem. Onirocr.
    • παιδαγωγός (noun) Ps.-Arist. Div.
  15. πολιτικός
    • πολιτικός (adj.) Arist. Eth. Nic. mudabbiru l-madīnati
The database query could not be executed.