Lookup cumulative lexical entry: مسند

  1. ἀποστήριγμα
    • ἀποστήριγμα (noun) Galen In De off. med.
    • ἀποστήριγμα (noun) Galen In De off. med.
    • ἀποστήριγμα (noun) Galen In De off. med.
    • ἀποστήριγμα (noun) Hippocr. Off. med.
    • ἀποστήριγμα (noun) Hippocr. Off. med.
  2. πάρερμα
    • πάρερμα (noun) Galen In De off. med.
  3. στήριγμα
    • στήριγμα (noun) Galen In De off. med.
    • στήριγμα (noun) Galen In De off. med.
    • στήριγμα (noun) Galen In De off. med.
    • στήριγμα (noun) Galen In De off. med.
    • στήριγμα (noun) Galen In De off. med.
    • στήριγμα (noun) Galen In De off. med.
    • στήριγμα (noun) Galen In De off. med.
    • στήριγμα (noun) Galen In De off. med.
The database query could not be executed.