Glossarium Græco-Arabicum
Lookup cumulative lexical entry:
مشاورة
βουλευτικός
βουλευτικός (
adj.
)
Arist. Rhet.
συμβουλεύω
συμβουλεύω (
gerund
)
Alex. An. mant. [Lib. arb.]
τὸ συμβουλεύεσθαι
The database query could not be executed.