Lookup cumulative lexical entry: ملخّص

  1. ἀδιόριστος
    • ἀδιόριστος (adj.) Arist. Phys. ġayru mulaḫḫaṣatin
      ἀδιορίστως σημαίνει Arist. Phys. I 1, 184b11 = tadullu ʿalā ǧumlatin mā ġayra mulaḫḫaṣatin
  2. δείκνυμι
    • δείκνυμι (verb) Alex. qu. I 11a [Univ.]
The database query could not be executed.