Lookup cumulative lexical entry: مليح

  1. ἀηδών
    • ἀηδών (noun) Arist. Hist. anim. al-ṭayru llaḏī yusammā bi-l-yūnāniyati aidiyūn wa-huwa l-ṭayru l-malīḥu l-ṣawtu
  2. σύμμετρος
    • σύμμετρος (adj.) Aelian. Tact. συμμέτρως
      ὁρίσαι συμμέτρως καὶ εὐχρήστως ἔχοντα Aelian. Tact. 266b16 = ḥattā taṣīra lahum hayʾatun malīḥatun ḥasanatun 10.11
    • σύμμετρος (adv.) Aelian. Tact. ὁρίσαι συμμέτρως καὶ εὐχρήστως ἔχοντα = ḥattā taṣīru lahum hayʾatun malīḥatun ḥasanatun
The database query could not be executed.