Lookup cumulative lexical entry: مُوافقة

  1. ἀνεπιτήδειος
    • ἀνεπιτήδειος (adj. comp.) Hippocr. Diaet. acut. ἀνεπιτηδειότερος = aqallu muwāfaqatan
  2. ἀπρέπεια
    • ἀπρέπεια (noun) Nicom. Arithm. qillatu l-muwāfaqati
  3. ἐπιτηδειος
    • ἐπιτηδειος (adj.) Hippocr. Diaet. acut.
  4. εὔνοια
    • εὔνοια (noun) Artem. Onirocr. li-muwāfaqatihā
  5. κατά
    • κατά (prep.) Arist. Eth. Nic. κατά c. acc. = ʿalā muwāfaqati c. gen.
      κατὰ τὴν οἰκείαν ἕξιν Arist. Eth. Nic. X 6, 1176b26 = ʿalā muwāfaqati hayʾatihi l-ḫāṣṣiyyati 555.13
  6. ὁμωνύμως
    • ὁμωνύμως (adv.) Nicom. Arithm. ʿalā sabīli l-muwāfaqati fī l-ismi
  7. περιπίπτω
    • περιπίπτω (verb) Artem. Onirocr.
  8. προσίημι
    • προσίημι (verb) Artem. Onirocr. προσίεμαι
The database query could not be executed.