Lookup cumulative lexical entry: نفوذ

  1. ἀναπνοή
    • ἀναπνοή (noun) Galen An. virt.
      ἔξω μὲν μὴ λάβωσιν (sc. οἱ χυμοὶ) ἀναπνοήν, ἐντὸς [δὲ] εἱλλόμενοι τὴν ἀφ᾿ ἑαυτῶν ἀτμίδα τῇ τῆς ψυχῆς φορᾷ συμμίξαντες ἀνακερασθῶσι Galen An. virt. 49.17 = wa-lam yakun lahā (sc. li-l-kaymūsāti) nufūḏun ilā ḫāriǧin wa-kānat taǧūlu fī dāḫili l-badani wa-ḫālaṭati l-nafsa bi-buḫārihā fa-tašawwašat ḥarakatuhā 22.22
  2. βραδυπόρος
    • βραδυπόρος (adj.) Hippocr. Diaet. acut. nufūḏuhū baṭīʾun
  3. διά
    • διά (prep.) Arist. An. post. οἷον διὰ τοῦ λαμπτῆρος τὸ φῶς = miṯālu ḏālika nufūḏu l-ḍawʾi fī l-miṣbāḥi
  4. δίειμι
    • δίειμι (gerund) Arist. An. post. εἴπερ φῶς γίνεται τῷ διιέναι = in kāna al-ḍawʾu yakūnu bi-l-nufūdi
  5. διέρχομαι
    • διέρχομαι (verb) Arist. An. post. διέρχεται...διὰ τῶν...πόρων = anna nufūḏa...bi-tawassuṭi manāfiḏin
  6. περαιόω
    • περαιόω (gerund) Hippocr. Diaet. acut. περαιοῦσθαι
  7. πόριμος
    • πόριμος (adj.) Hippocr. Diaet. acut.
The database query could not be executed.