Lookup cumulative lexical entry: وحشي

  1. ἄγριος
    • ἄγριος (adj.) Hippocr. Aer.
    • ἄγριος (adj.) Hippocr. Aer. ἀγριώτερα
    • ἄγριος (adj.) Hippocr. Aer. ἀγριωτάτη
    • ἄγριος (adj.) Hippocr. Aer. ǧufāt waḥšiyyūna
The database query could not be executed.