Search
8 Results
Greek Lexeme = διανοητικός
Order: Greek Lexeme | Arabic Lexeme | Source
- διανοητικός | فكري (Arist. Eth. Nic.)
- διανοητικός | فكري (Arist. Metaph.)
- διανοητικός | مميّز (Arist. Phys.)
- διανοητικός | قوّة (Nicom. Arithm.)
- διανοητικος | مميزة (Them. In De an.)
- διανοητικός | فكري (Nicom. Arithm.)
- διανοητικός | ذهني (Plot.)
- διανοητικός | فكري (Plot.)