Search
6 Results
Greek Lexeme = συμβουλευτικόν
Order: Greek Lexeme | Arabic Lexeme | Source
- συμβουλευτικόν | مشير (Arist. Rhet.)
- συμβουλευτικόν | مشوريّ (Arist. Rhet.)
- συμβουλευτικόν | مشورة (Arist. Rhet.)
- συμβουλευτικόν | مشورة (Arist. Rhet.)
- συμβουλευτικόν | مشورة (Arist. Rhet.)
- συμβουλευτικόν | اشار (Arist. Rhet.)