Search
13 Results
Greek Lexeme = ἡμικύκλιος
Order: Greek Lexeme | Arabic Lexeme | Source
- ἡμικύκλιος | دائرة (Arist. Metaph.)
- ἡμικύκλιος | نصف (Arist. Metaph.)
- ἡμικύκλιος | دائر (Arist. Phys.)
- ἡμικύκλιος | قوس (Arist. Phys.)
- ἡμικύκλιος | نصف (Arist. Phys.)
- ἡμικύκλιος | نصف (Arist. Cael.)
- ἡμικύκλιος | دائرة (Arist. Cael.)
- ἡμικύκλιος | نصف (Arist. Cael.)
- ἡμικύκλιος | دائرة (Arist. Cael.)
- ἡμικύκλιος | نصف (Arist. Cael.)
- ἡμικύκλιος | دائرة (Arist. Cael.)
- ἡμικύκλιος | نصف (Arist. Cael.)
- ἡμικύκλιος | دائرة (Arist. Cael.)