Lookup cumulative lexical entry: اقترن
- ἀκολουθέω
- ἀκολουθέω (verb) Ps.-Arist. Virt.
- ἀκολουθέω (verb) Ps.-Arist. Virt.
- ἀκολουθέω (verb) Ps.-Arist. Virt.
- ἀκολουθέω (verb) Ps.-Arist. Virt.
- ἀκολουθέω (verb) Ps.-Arist. Virt.
- ζυγόω
- ζυγόω (gerund) Aelian. Tact. οἱ δὲ μήτε ζυγεῖν μήτε στοχεῖν = lā yaqtarinūna wa-lā yataqāṭarūna
- παρακολουθέω
- παρακολουθέω (verb) Ps.-Arist. Virt.
- συναπτω
- χρηστικός
- χρηστικός (adj.) Ps.-Arist. Div. yaqtarinu bihi manfaʿatun