Lookup cumulative lexical entry: انحناء
- καμπύλος
- καμπύλος (adj.) Arist. An. post. τὸ εὐθὺ ἢ τὸ καμπύλον = immā l-istiqāmatu wa-immā l-inḥnāʾu
- καμπυλότης
- καμπυλότης (noun) Arist. Cat.
- περιφερής
- περιφερής (adj.) Arist. An. post. τὸ εὐθὺ...καὶ τὸ περιφερές = al-istiqāmatu wa-l-inḥināʾu