Lookup cumulative lexical entry: تصادم
- θραῦσις
- θραῦσις (noun) Ps.-Plut. Placita
- θρύπτω
- θρύπτω (gerund) Ps.-Plut. Placita θρύπτεσθαι
- πρόσπτωσις
- πρόσπτωσις (noun) Ps.-Plut. Placita
- συγκρουσμός
- συγκρουσμός (noun) Ps.-Plut. Placita
- ψόφος
- ψόφος (noun) Ps.-Plut. Placita ψόφῳ = bi-l-taṣādumi wa-l-taṣwīti