Lookup cumulative lexical entry: جاسٍ
- καρφαλέος
- καρφαλέος (adj.) Hippocr. Progn.
- ξήρος
- ξήρος (adj. comp.) Hippocr. Superf. ξηρότερον = ǧāsin ǧiddan
- ὀστρακόδερμος
- ὀστρακόδερμος (adj.) Arist. Hist. anim. τὰ ὀστρακόδερμα = ḫazafuhū ǧāsin miṯla ḫazafi l-faḫḫāri
- ὀστρακόδερμος (adj.) Arist. Hist. anim. τὰ ὀστρακόδερμα = miṯlu l-ḥayawāni l-ǧāsī l-ǧildi
- σκίρρος
- σκίρρος (noun) Galen In De off. med. waraman ǧāsiyan
- σκληροκοιτέω
- σκληροκοιτέω (gerund) Hippocr. Nat. hom. σκληροκοιτεῖν = yakūnu firāšuhu ṣulban ǧāsiyan
- σκληρός
- σκληρός (adj.) Hippocr. Superf.
- σκληρός (adj.) Hippocr. Superf. ǧāsiyatun
- σκληρύνω
- σκληρύνω (verb) Arist. Gener. anim. takūnu ǧāsiyatu