Lookup cumulative lexical entry: زوّق
- δείκνυμι
- δείκνυμι (verb) Alex. An. mant. [Vis.] interpr. δείκνυμι said of a painter
- διακοσμέω
- διακοσμέω (verb) Arist. Cael. zawwaqa wa-zayyana
- τεχνολογέω
- τεχνολογέω (verb) Arist. Rhet. περὶ τοῦ δικάζεσθαι τεχνολογέω = takallafa bi-l-tazwīqi l-kalāmi