Lookup cumulative lexical entry: شابه
- κισηρώδης
- κισηρώδης (adj.) Ps.-Plut. Placita min ǧismin yušābihu l-ḥaǧara llaḏī yusammā qīsūr
- ὁμοιότης
- ὁμοιότης (noun) Nicom. Arithm. ἡ τῶν λόγων ὁμοιότης = šābaha l-nisaba
- ὁμοιόω
- ὁμοιόω (verb) Ps.-Plut. Placita ὁμοιόομαι
- συγγενής
- συγγενής (adj.) Ps.-Plut. Placita