Lookup cumulative lexical entry: طال
- αὐξάνω
- αὐξάνω (verb) Artem. Onirocr.
- κατέχω
- κατέχω (verb) Hippocr. Aer.
- μακρόβιος
- μακρόβιος (adj.) Hippocr. Aer. taṭūlu aʿmāruhum
- μακρός
- μακρός (adj.) Arist. Gener. anim. τοῦ μακρὰς τὰς τρίχας εἶναι = yaṭūlu...šaʿru l-raʾsi
- μακρός (adj. sup.) Arist. Gener. anim. yaṭūlu...ǧiddan
- μακρός (adj.) Artem. Onirocr.
- μηκύνω
- μηκύνω (pass. part.) Hippocr. Aer. μηκυνθέντα
- πλείων
- πλείων (adj.) Ps.-Plut. Placita ἐπὶ πλεῖον = taṭūlu muddatuhū
- πολύς
- πολύς (adj.) Artem. Onirocr.
- πολυχρόνιος
- πολυχρόνιος (adj.) Hippocr. Aer.
- χρονίζω
- χρονίζω (act. part.) Arist. Rhet. paraphr.; iḏā ṭāla bihim al-zamānu
- χρονίζω (verb) Hippocr. Aphor. yaṭūlu muddatan
- χρόνιος
- χρόνιος (adj.) Hippocr. Nat. hom. muddatuhā...taṭūlu