Lookup cumulative lexical entry: متناهي
- ἄπειρος
- ἄπειρος (adj.) Nicom. Arithm. ἄπειρα ττῇ φύσει = ġayru mutanāhī l-ṭabīʿati
- περαίνω
- περαίνω (pass. part.) Arist. An. post. πεπερασμένοι - πεπερασμένα = mutanāhiyatun
- περαίνω (pass. part.) Arist. An. post. ταῦτα δὲ πεπέρανται = wa-hḏihi mutanāhiyatun
- περαίνω (pass. part.) Arist. An. post. πεπερασμένοι = tumʿinu ilā mā lā nihāyata
- περαίνω (verb) Arist. An. post. ᾗ δὲ πεπέρανται = mutanāhiyatun