Lookup cumulative lexical entry: منقلَب
- ἀποστρέφω
- ἀποστρέφω (pass. part.) Hippocr. Progn. ἀπεστραμμένος
- συμπίπτω
- συμπίπτω (verb) Artem. Onirocr. munqalibatun aw wāqiʿatun
- τροπή
- τροπή (noun) Ps.-Plut. Placita
- τροπή (noun) Ps.-Plut. Placita ἀπὸ τροπῶν (sc. ἡλίου) = min al-munqalabi ilā l-munqalabi
- τροπικός
- τροπικός (noun) Ps.-Plut. Placita
- τροπικός (noun) Ps.-Plut. Placita
- τροπικός (noun) Ps.-Plut. Placita ὁ χειμερινός (sc. τροπικός) = al-munqalabu l-šatawiyyu
- τροπικός (noun) Ps.-Plut. Placita ὁ χειμερινός τροπικός = al-munqalabu l-šatawiyyu
- τροπικός (noun) Ps.-Plut. Placita ὁ χειμερινός (sc. τροπικός) = al-munqalabu l-šatawiyyu
- τροπικός (noun) Ps.-Plut. Placita ὁ θερινός τροπικός = al-munqalabu l-ṣayfiyyu
- τροπικός (noun) Ps.-Plut. Placita ὁ θερινός τροπικός = al-munqalabu l-ṣayfiyyu
- τροπικός (noun) Ps.-Plut. Placita
- τροπικός (noun) Ptol. Hypoth. ὁ θερινός τροπικός = nuqṭatu l-munqalabi l-ṣayfiyyi
- χειμερινός
- χειμερινός (noun) Ptol. Hypoth. τοὺ χειμερινοῦ = al-munqalabu l-šatawiyyu