Lookup cumulative lexical entry: وصلة
- συνέχεια
- συνέχεια (noun) Arist. Phys.
- συνέχεια (noun) Proclus El. theol.
καθ' ἑκάστην τάξιν ἐστί τις καὶ κοινωνία καὶ συνέχεια καὶ ταυτότης Proclus El. theol. 21: 24.13 = wa-kāna fī kulli šarḥin wa-martabatin širkatun wa-ttifāqun wa-wuṣlatun 21.9 - σχέσις
- σχέσις (noun) Ps.-Plut. Placita al-wuṣlatu l-muwaṣṣilatu llatī ...