Search
36 Results
Greek Lexeme = αισθητικος
Order: Greek Lexeme | Arabic Lexeme | Source
- αἰσθητικός | حساس (Alex. An. mant. [Vis.])
- αἰσθητικός | حاسّ (Alex. An. mant. [Vis.])
- αἰσθητικός | حاسّ (Alex. An. mant. [Vis.])
- αἰσθητικός | حساس (Alex. qu. I 11a [Univ.])
- αἰσθητικός | خساس (Alex. qu. I 11a [Univ.])
- αἰσθητικός | خساس (Alex. qu. I 11a [Univ.])
- αἰσθητικός | محس (Alex. qu. I 11a [Univ.])
- αἰσθητικός | محسّ (Alex. qu. I 11a [Univ.])
- αἰσθητικός | حسّ (Alex. qu. I 11a [Univ.])
- αἰσθητικός | حسّ (Alex. qu. III 3 [Sens.])
- αἰσθητικός | حسّ (Alex. qu. III 3 [Sens.])
- αἰσθητικός | حسّ (Alex. qu. III 3 [Sens.])
- αἰσθητικός | حس (Alex. qu. III 3 [Sens.])
- αἰσθητικός | احسّ (Arist. An. post.)
- αἰσθητικός | حسّ (Arist. Part. anim.)
- αἰσθητικός | حسّ (Arist. Part. anim.)
- αἰσθητικός | حسّ (Arist. Part. anim.)
- αἰσθητικός | حسّ (Galen An. virt.)
- αἰσθητικός | فعل (Galen An. virt.)
- αἰσθητικός | حساس (Porph. Isag.)
- αἰσθητικός | حساس (Porph. Isag.)
- αἰσθητικός | حسّاس (Porph. Isag.)
- αἰσθητικός | احسّ (Ps.-Plut. Placita)
- αἰσθητικός | حسّ (Ps.-Plut. Placita)
- αἰσθητικός | حسّ (Ps.-Plut. Placita)
- αἰσθητικός | حسّى (Ps.-Plut. Placita)
- αἰσθητικός | حسّى (Ps.-Plut. Placita)
- αἰσθητικός | حسّاس (Ps.-Plut. Placita)
- αἰσθητικός | حسّاس (Ps.-Plut. Placita)
- αἰσθητικός | حاسّة (Ps.-Plut. Placita)
- αἰσθητικός | قوي (Ps.-Plut. Placita)
- αισθητικος | حاس (Them. In De an.)
- αισθητικος | حاس (Them. In De an.)
- αισθητικος | حسى (Them. In De an.)
- αισθητικος | حسى (Them. In De an.)
- αἰσθητικός | حسّي (Arist. Gener. anim.)