Search
10 Results
Greek Lexeme = κιθαριστικός
Order: Greek Lexeme | Arabic Lexeme | Source
- κιθαριστικός | زمْر (Arist. Poet.)
- κιθαριστικός | صناعة (Arist. Poet.)
- κιθαριστικός | صناعة (Arist. Poet.)
- κιθαριστικός | عود (Arist. Poet.)
- κιθαριστικός | عود (Arist. Poet.)
- κιθαριστικός | ملهى (Arist. Poet.)
- κιθαριστικός | ضرب (Ps.-Arist. Div.)
- κιθαριστικός | ضرب (Ps.-Arist. Div.)
- κιθαριστικός | عود (Ps.-Arist. Div.)
- κιθαριστικός | عود (Ps.-Arist. Div.)