Lookup cumulative lexical entry: اعان
- ἀνάγω
- ἀνάγω (verb) Hippocr. Diaet. acut. aʿāna ʿalā nafṯin
- ἀναγωγός
- ἀναγωγός (adj.) Hippocr. Diaet. acut. yuʿīnu ʿalā nafṯin
- ἀπευθύνω
- ἀπευθύνω (verb) Artem. Onirocr.
- ἀπόκρισις
- ἀπόκρισις (noun) Artem. Onirocr.
- ἐπαμύνω
- ἐπαμύνω (verb) Artem. Onirocr.
- ἐπικουρία
- ἐπικουρία (noun) Artem. Onirocr.
- ἐπίκουρος
- ἐπίκουρος (noun) Artem. Onirocr.
- παραβοηθέω
- παραβοηθέω (verb) Ps.-Arist. Div. παραβοηθήσῃ
- προστιμωρέω
- προστιμωρέω (verb) Hippocr. Diaet. acut.
- συμβάλλω
- συμβάλλω (verb) Arist. Phys. συμβάλλομαι
- συνεργάζομαι
- συνεργάζομαι (verb) Arist. Gener. anim. yuʿīnu ʿalā
- συντείνω
- συντείνω (gerund) Alex. An. mant. [Lib. arb.] μάλιστα συντείνειν = tuʿīna maʿūnatan kabīra
- συντείνω (gerund) Alex. An. mant. [Lib. arb.] μάλιστα συντείνειν = tuʿīnu maʿūnatan kabīra
- συντελέω
- συντελέω (verb) Galen An. virt.
- χρεία
- χρεία (noun) Aelian. Tact. χρείαν παρεχόμενον = kaṯīrun mā yuʿīnūhum fī ašyāʾin kaṯīratin