Lookup cumulative lexical entry: انتفع

  1. ἀρήγω
  2. ἄχρηστος
  3. γίγνομαι
    • γίγνομαι (verb) Arist. An. post. καὶ ἡ χρῆσις γίνεται...τοῖς οὕτω μετιοῦσι = wa-qad yantafaʿu bihi...allaḏīna yastaʿmilūna
  4. δύναμις
  5. εἰμί
    • εἰμί (verb) Arist. An. post. αἱ...χρήσιμοί εἰσιν εἰς τὸ οὕτω μετιέναι = fa-qad yuntafaʿu bi-hā fī l-imʿāni ʿalā hāḏā l-naḥw
  6. ἐπικρατέω
  7. ἐπιτήδειος
  8. εὔχρηστος
  9. λυσιτελής
  10. ὀνίνημι
  11. ὄφελος
  12. παρέχω
  13. προσωφελέω
  14. συμβάλλω
  15. συμφέρω
  16. συντελέω
  17. ὑποκορίζομαι
  18. χρεία
  19. χρήσιμος
  20. χρῆσις
    • χρῆσις (noun) Arist. An. post. καὶ ἡ χρῆσις γίνεται...τοῖς οὕτω μετιοῦσι = wa-qad yantafaʿu bihi...allaḏīna yastaʿmilūna
  21. ὠφέλεια
  22. ὠφελέω
  23. ὠφέλιμος
    • ὠφέλιμος (adj.) Arist. Rhet.
      μήτ᾿ ὠφέλιμα τοῖς ποιοῦσιν Arist. Rhet. 79a32 = lā yantafiʿu bihā l-fāʿilūna fī šayʾin 87.4
The database query could not be executed.