Lookup cumulative lexical entry: تزيّد
- αὐξάνω
- αὐξάνω (gerund) Galen In De off. med. αὐξηθῆναι
- αὐξάνω (verb) Hippocr. Nat. hom.
- αὔξησις
- αὔξησις (noun) Arist. An. post. διὰ τὰς αὐξήσεις = bi-sababi tazayyudihi
- αὔξησις (noun) Arist. An. post. αὔξησιν τοιανδί = mā yatazayyadu hāḏā l-ḍarba min al-tazayyudi
- αὔξησις (noun) Galen In De off. med. al-ḥaṣabu wa-l-tazayyudu
- αὔξησις (noun) Hippocr. Off. med. al-tazayyudu wa-l-namāʾu
- αὔξησις (noun) Nicom. Arithm. λαμβάνοντες τὴν αὔξησιν
- αὔξω
- αὔξω (verb) Nicom. Arithm.
- ἐπεμβάλλω
- ἐπεμβάλλω (verb) Arist. Rhet.
- ἐπίδοσις
- ἐπίδοσις (noun) Hippocr. Aphor.
- καταγλισχραίνομαι
- καταγλισχραίνομαι (pass. part.) Hippocr. Diaet. acut. καταγλισχραινομένος = yatazayyadu luzūǧatan
- λαμβάνω
- λαμβάνω (act. part.) Nicom. Arithm. λαμβάνοντες τὴν αὔξησιν
- παραύξησιν
- παραύξησιν (noun) Nicom. Arithm. κατὰ παραύξησιν = ʿalā hāḏā l-tazayyudi
- πλείων
- πλείων (adj. comp.) Nicom. Arithm. ἐν τῷ πλείον = fī ǧihati l-tazayyudi
- πλείων (adj. comp.) Nicom. Arithm. ἐπὶ τὸ πλεῖον = fī ǧihati l-tazayyudi wa-l-kaṯrati
- προβιβάζω
- προβιβάζω (pass. part.) Nicom. Arithm. προβιβαζομένου = bi-tazayyudihā wa-ḏahābihā ilā quddāma
- προκοπή
- προκοπή (noun) Nicom. Arithm. κατὰ προκοπήν = ʿalā tazayyudin
- πρόσθεσις
- πρόσθεσις (noun) Nicom. Arithm. κατὰ πρόσθεσιν = ʿalā tazayyudin
- σαρκόω
- σαρκόω (gerund) Hippocr. Nat. hom. σαρκωθῆναι = tazayyada l-laḥma
- ὑπεροχή
- ὑπεροχή (noun) Nicom. Arithm. κατὰ...ὑπεροχήν = ʿalā tazayyudin